ἀπρόσιτοι

ἀπρόσιτοι
ἀπρόσιτος
unapproachable
masc/fem nom/voc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… …   Dictionary of Greek

  • Σάξονες — Γερμανικός λαός, που κατοικούσε μεταξύ του Ρήνου και του Έλβα, και είχε παραφυάδες στην Αγγλία ύστερα από μεταναστεύσεις που έγιναν τον 5o και 6o αι. Ειδωλολάτρες και απρόσιτοι στις χριστιανικές ιεραποστολές, αφού αποτέλεσαν για δύο αιώνες απειλή …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”